Το νησί της Ρόδου στο νοτιοανατολικό Αιγαίο, είναι το μεγαλύτερο σε μέγεθος από τα νησιά της Δωδεκανήσου. Το σχήμα του νησιού είναι ρομβοειδές. Το κεντρικό τμήμα του νησιού καλύπτεται από ένα μεγάλο ορεινό όγκο, που αποτελείται από τρία συνεχόμενα βουνά. Η μορφολογία του νησιού δεν παρουσιάζει έντονα στοιχεία. Από τα χαρακτηριστικά του νησιού είναι το υψηλό ποσοστό δασοκάλυψης. Το τοπίο της Ρόδου μπορούμε να το χωρίσουμε σε περιοχές με πολύ πράσινο, πλούσια και ψηλή βλάστηση από πεύκα, κέδρους, κυπαρίσσια, εύφορες πεδιάδες, δάση, χαράδρες και πηγές σε ορισμένα σημεία. Επίσης περιοχές βραχώδεις και ξέρες με ελάχιστη θαμνώδη βλάστηση συναντάμε στο νότιο τμήμα του νησιού. Το κλίμα είναι ήπιο και γλυκό (εύκρατο) με μεγάλη ηλιοφάνεια και με σχετικά υξηλό ποσοστό βροχοπτώσεων.
Η γεωγραφική θέση της Ρόδου πάνω στο σταυροδρόμι ανάμεσα σε ανατολή και δύση, βορρά και νότο, συντέλεσε στο να κατοικηθεί το νησί από τα προϊστορικά χρόνια. Η Ρόδος κατοικείται από τη Νεολιθική εποχή. Επίσης βρίσκουμε άπειρα δείγματα του Μυκηναϊκού πολιτισμού στο νησί. Αργότερα οι Δωριείς θα εγκατασταθούν στη Ρόδο και θα χωρίσουν το νησί στα τρία, με κέντρα τις πόλεις Λίνδο, Ιαλυσό και Κάμειρο. Από αυτή την εποχή και ύστερα η Ρόδος κυριαρχεί πάνω στα υπόλοιπα Δωδεκάνησα. Στα κλασικά χρόνια συνεχίζεται η ακμή της Ρόδου και γίνεται κέντρο πολιτικό και οικονομικό. Παρά τις αντιξοότητες που την έπληξαν στη μακραίωνη ιστορία της (σεισμοί, επιδρομές, πλημμύρες, πολιορκίες, κατακτήσεις), η Ρόδος κατάφερε, χάρη στη ρεαλιστική συμπεριφορά των κατοίκων της, να δεσπόζει στην ανατολική Μεσόγειο ως ναυτική και οικονομική δύναμη. Στα βυζαντινά χρόνια δεν έπαψε να είναι λιμάνι με μεγάλη στρατηγική σημασία όμως δεν μπόρεσε να διατηρήσει την αυτονομία της. Με την κατάληψη της όμως από το τάγμα των Ιωαννιτών Ιπποτών, η Ρόδος μπαίνει σε μια νέα περίοδο ακμής λειτουργώντας ως ανεξάρτητη πολιτική και οικονομική δύναμη (1309-1522). Η Τουρκική κατάκτηση (1522) είχε άμεσες επιπτώσεις στην οικονομική και κοινωνική δομή του νησιού. Η οικονομία της περιορίστηκε κυρίως στο γεωργικό τομέα. Η ναυτική της παράδοση συρρικνώθηκε. Παράλληλα, η εγκατάσταση μουσουλμανικών πληθυσμών, εισήγαγε συνήθειες άγνωστες μέχρι τότε στο νησί. Τον αγροτικό της χαρακτήρα διατήρησε η οικονομία της Ρόδου και κάτω από την Ιταλική κατοχή (1912-1943).
Η φύση, η έκταση και το κλίμα της Ρόδου ευνόησαν την ανάπτυξη της αγροτικής παραγωγής. Από τα παλιότερα χρόνια οι κάτοικοι της Ρόδου πέρα από την ενασχόλησή τους με το εμπόριο και τη ναυτιλία παρήγαν τα απαραίτητα για την αυτοσυντήρησή τους αγροτικά προϊόντα, αλλά και έκαναν εξαγωγές και τροφοδοτούσαν κι άλλες περιοχές. Στην εποχή της Ιπποτοκρατίας το μεγαλύτερο μέρος της ζάχαρης, που παραγόταν στη Ρόδο, το αγόραζαν Βενετοί έμποροι. Η κτηνοτροφία πρέπει να είχε ακμάσει την περίοδο της Τουρκοκρατίας και της Ιταλοκρατίας. Επίσης η αλιεία αποτελούσε κύρια απασχόληση των κατοίκων.
Το σύνολο των τουριστικών δραστηριοτήτων απλώνεται σε ολόκληρο το νησί. Τουριστικά αξιοθέατα, πλούσιο φυσικό περιβάλλον, μια σειρά από αρχαιότητες και μνημεία που συνδέονται με την ιστορία του τόπου. Επίσης, ενδιαφέροντες οικισμοί, από άποψη πολεοδομικής και αρχιτεκτονικής μορφής υπάρχουν σε όλο το νησί. Οι σημαντικότεροι οικισμοί της Ρόδου βρίσκονται σε ακτίνα λίγων χιλιομέτρων γύρω από την πόλη, πάνω στο δρόμο Ρόδου-Λίνδου και πάνω στους άξονες που συνέδεαν τις τρεις αρχαίες ροδιακές πόλεις.
Μετά από πολλές πειρατικές επιδρομές, ελάχιστοι οικισμοί επιβιώνουν. Σχεδόν όλοι οι παλαιοί οικισμοί καταστρέφονται ή ερημώνονται τελείως. Οι κάτοικοί τους χτίζουν νέους μακριά από τα παράλια και αναπτύσσουν νέα οικονομική και πολιτιστική δράση. Πολλοί από αυτούς τους οικισμούς οχυρώνονται. Τα στοιχεία που αφορούν τους οικισμούς, τη δόμηση και τα σπίτια της βυζαντινής περιόδου είναι ελάχιστα, και στην πόλη της Ρόδου συγχέονται με την περίοδο της Ιπποτοκρατίας. Οι περισσότεροι οικισμοί και κυρίως αυτοί που είναι σε μικρή απόσταση από τη θάλασσα σε πεδιάδες ή κοντά σε πεδινές περιοχές, είναι τοποθετημένοι σε χώρους που δε φαίνονται από τη θάλασσα, σχεδόν κρυμμένοι. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι βρίσκονται στο σημείο που ιδρύθηκαν, την εποχή των πειρατικών επιδρομών, οπότε ήταν αναγκαίο να μη φαίνονται από τη θάλασσα και τις κύριες οδικές αρτηρίες. Οι παραδοσιακοί οικισμοί της Ρόδου, είναι από την αρχαιότητα μέχρι πριν λίγα χρόνια οικισμοί αγροτικοί, λόγω της ιστορικής εξέλιξης του χώρου. Τέλος, η κατοχή της Ρόδου για μεγάλο χρονικό διάστημα, η εγκατάσταση ισχυρών στρατευμάτων κατοχής στο νησί και η μη χορήγηση προνομίων, εμπόδισε το ντόπιο ελληνικό στοιχείο να αναπτύξει πρωτοβουλία και οικονομική ευμάρεια με το εμπόριο και τη ναυτιλία.