Η χαρακτική τέχνη στην Ελλάδα
25 Φεβρουαρίου, 2015

Η γλυπτική τέχνη στην Ελλάδα

Στην γλυπτική τέχνη, στην οποία επιδόθηκαν και επιδίδονται όλοι οι λαοί της γης, η αρχαία ελληνική κατέχει θέση ξεχωριστή. Εξανθρωπίζεται η φύση και τα φυσικά φαινόμενα, ακόμη και η ίδια η θεότητα, στην οποία ο Έλληνας έδωσε πρόσωπο.

Αυτή την εικόνα αποδίδουν τα ειδώλια της μυκηναϊκής εποχής, τα αγαλμάτια και οι μορφές της γεωμετρικής εποχής, αλλά και τα πρωτοελλαδικά και κυκλαδικά ειδώλια παλιότερα.

Σε όλα αυτά τα έργα, αποδίδεται η ιδανική εικόνα, απαλλαγμένη από κάθε τι περιττό. Κοινό γνώρισμα τους είναι εκτός από την αφαίρεση, η σαφής και συνεπής αρχιτεκτονική δομή. Πάνω στις ίδιες αρχές στηρίζεται και η τέχνη των αρχαϊκών και κλασικών χρόνων.

Ο χαρακτήρας της ελληνικής γλυπτικής ήταν κατά κύριο λόγο θρησκευτικός, καθώς υπηρετούσε αποκλειστικά τη θρησκεία. Οι Έλληνες προσκόμιζαν τα έργα τέχνης στα πανελλήνια Ιερά, για να εξασφαλίσουν την εύνοια της θεότητας πριν ή να την ευχαριστήσουν μετά, για την επιτυχή έκβαση ενός έργου ή ενός αγώνα, στο πεδίο της μάχης ή στο στάδιο, στη μουσική, στα γράμματα ή στην τέχνη. Επίσης θρησκευτικό χαρακτήρα είχαν και τα επιτάφια αγάλματα.

Στην Ανατολίζουσα περίοδο (720-650 π.Χ.) που ονομάστηκε έτσι εξαιτίας των στενών σχέσεων με την Ανατολή, τίθενται οι βάσεις για την ανάπτυξη του ελληνικού πολιτισμού που θα ανδρωθεί στα αρχαϊκά χρόνια και θα μεστώσει στα κλασικά. Για τους Έλληνες της διασποράς και της μητροπολιτικής Ελλάδας ανοίγονται νέοι ορίζοντες. Τα επιτεύγματα των άλλων λαών υιοθετούνται σε όλους τους τομείς της ζωής, της σκέψης και της τέχνης τους και τους δίνουν αφορμές για νέες επινοήσεις και συνθέσεις.

Η πρώτη μεγάλη καινοτομία στο χώρο της γλυπτικής, η εμφάνιση των κολοσσικών γλυπτών, οφείλεται στη γνωριμία των Ελλήνων με την καθιερωμένη μνημειακή γλυπτική της Ανατολής και ιδιαίτερα της Αιγύπτου.

Στην Αρχαϊκή εποχή και στην Πρώιμη Αρχαϊκή περίοδο αυτής (650-570 π.Χ.) οι μορφές επιστρέφουν στις γεωμετρικές φόρμες, την αυστηρή διάρθρωσή τους διαπερνά τώρα το ενδιαφέρον για πλαστικό όγκο.

Στην Ώριμη Αρχαϊκή περίοδο (570-530 π.Χ.) ο ελληνικός κόσμος, κυριευμένος από ορμή για δράση και από δίψα για γνώση περνάει τη μια φάση μετά την άλλη και δείχνει την οργανική καλλιτεχνική του πορεία. Γιατί από τη φύση του ο Έλληνας δεν ανέχεται την καταθλιπτική και επίμονη επανάληψη σχημάτων και μορφών. Από τις κολοσσικές, τετράγωνες και απόκοσμες μορφές των πρώιμων χρόνων, προχωρά σε πιο οικείες στα ανθρώπινα μέτρα.

Στην Ύστερη Αρχαϊκή περίοδο άρχισαν οι Έλληνες να διακοσμούν τους ναούς τους με γλυπτά. Παντού υπήρχαν γλυπτές συνθέσεις, συνήθως με άγρια θηρία και μυθικά πρόσωπα. Οι διαστάσεις τους ποίκιλλαν ανάλογα με το μέγεθος του ναού.

Περνάμε στην Κλασική περίοδο και στην Πρώιμη Κλασική (500-450 π.Χ.) όπου οι μορφές δεν στέκονται πια στα δυο τους πέλματα. Το βάρος του σώματος μετατίθεται στο ένα σκέλος, συνήθως το αριστερό. Η διαφοροποίηση αυτή της στάσης των δύο σκελών έχει ως συνέπεια τη μετατόπιση και των υπόλοιπων μελών του σώματος.

Στην Ώριμη Κλασική περίοδο (450-420 π.Χ.) την αυστηρότητα και την ευρωστία των πρώιμων κλασικών μορφών διαδέχονται η ηπιότητα, η τρυφεράδα και η ωριμότητα.

Στον Πλούσιο ρυθμό (420-390 π.Χ.) το ενδιαφέρον επικεντρώνεται περισσότερο στην απόδοση των μορφών με το ένδυμα να καλύπτει το σώμα. Οι μορφές γίνονται λυγερές και αέρινες και προβάλλουν τη γυμνότητα τους κάτω από ένα διάφανο ένδυμα.

Στην Ύστερη Κλασική περίοδο (390-323 π.Χ.) η γενιά των Ελλήνων αυτής της περιόδου αισθάνεται κουρασμένη, μετά τα θαυμαστά έργα των προγόνων. Την αίσθηση αυτή της κόπωσης προβάλλουν οι Έλληνες και στον κόσμο των θεών και των ηρώων τους. Τους φαντάζονται και τους παριστάνουν σε ανάπαυση, να πλαγιάζουν, να κάθονται ή να στηρίζονται κάπου.

Επόμενη εποχή είναι η Ελληνιστική. Ονομάστηκε έτσι αφού τότε ο ελληνικός πολιτισμός μεταδόθηκε όπου μπόρεσε να φθάσει ο Μέγας Αλέξανδρος. Η ελληνική αντίληψη ζωής και τέχνης από τη Μεσόγειο και τον Εύξεινο Πόντο, θα διαδοθεί τώρα μέχρι τα βάθη της Ανατολής και τις Ινδίες, επηρεάζοντας και αναμορφώνοντας και εκεί τις τοπικές καλλιτεχνικές δραστηριότητες.

Τέλος, περνάμε στην Ελληνική γλυπτική στα Ρωμαϊκά χρόνια, στην οποία θαμπωμένοι οι Ρωμαίοι από την ελληνική παιδεία και τα επιτεύγματα των Ελλήνων στις επιστήμες και τις τέχνες υιοθετούν τον ελληνικό πολιτισμό και τρόπο ζωής στην Ιταλία. Στα χρόνια αυτά παρατηρείται ζωηρή τάση επιστροφής στην ελληνική τέχνη, που είναι περισσότερο φανερή στη γλυπτική. Αυτό μας χάρισε συναρπαστικές δημιουργίες, δείγματα χαρακτηριστικά των νέων αντιλήψεων περί ωραίου.